Εντονος προβληματισμός καταγράφεται μεταξύ των ραδιοφωνικών επιχειρήσεων, τόσο στο κέντρο όσο και στην περιφέρεια, από την προοπτική μετάβασης στις ψηφιακές εκπομπές μέσα στην επόμενη διετία.
Η πολιτεία είναι διατεθειμένη να προωθήσει την ψηφιακή μετάβαση σε όλα τα μέσα και ως εκ τούτου και στο ραδιόφωνο, η κατάσταση ωστόσο της εγχώριας αγοράς μόνο θετική δεν μπορεί να χαρακτηριστεί στην παρούσα φάση.
Ο τοπικός χαρακτήρας της ραδιοφωνίας, η πληθώρα των ραδιοσταθμών που λειτουργούν στην επικράτεια και βέβαια η υφιστάμενη κατάσταση στην οικονομία, αφήνουν μικρά περιθώρια για υψηλά κέρδη στο μέσο, ακόμα και μεσοπρόθεσμα, πράγμα που με τη σειρά του αφήνει μικρά περιθώρια και για τις αναγκαίες επενδύσεις για τη μετάβαση στην ψηφιακή εκπομπή.
Παράλληλα και για να γίνει η μετάβαση αυτή, θα πρέπει να ολοκληρωθούν, μέσα στα επόμενα τρία χρόνια, οι διαγωνιστικές διαδικασίες αδειοδότησης στους 51 νομούς της χώρας, πράγμα ιδιαίτερα δύσκολο δεδομένων των διαδικασιών που απαιτούνται.
Ενδεικτικό του όγκου των αδειοδοτήσεων είναι το ότι σήμερα ανά την Ελλάδα λειτουργούν νομίμως περισσότεροι από 1.200 ραδιοφωνικοί σταθμοί, εκ των οποίων οι 223 σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Πάτρα, Λάρισα και Ηράκλειο. Η συντριπτική πλειονότητα αυτών, δεδομένου του καθεστώτος των ανανεώσεων νομίμου λειτουργίας, έχει ήδη πολλά χρόνια δραστηριότητας πίσω της, με ό,τι αυτό σημαίνει.
Νέα πραγματικότητα
Η νέα τεχνολογία στη ραδιοφωνία, η οποία σύμφωνα με τις προθέσεις της πολιτείας θα κινηθεί παράλληλα με τις διαδικασίες για την ψηφιακή τηλεόραση, θα δημιουργήσει μια νέα πραγματικότητα για τις περισσότερες ραδιοφωνικές επιχειρήσεις του κέντρου, καθώς και για τη συντριπτική πλειονότητα των επιχειρήσεων της περιφέρειας.
Η ψηφιακή ραδιοφωνική εκπομπή απαιτεί νέες επενδύσεις από την πλευρά των ραδιοφωνικών επιχειρήσεων, ενώ και ο καταναλωτής θα πρέπει να βάλει το χέρι στην τσέπη δεδομένης της ανάγκης αγοράς νέων ραδιοφωνικών δεκτών (σπίτι, αυτοκίνητο).
Σε ό,τι αφορά τις επιχειρήσεις, στην παρούσα φάση η ραδιοφωνική αγορά στην περιοχή της πρωτεύουσας δέχεται ισχυρότατες πιέσεις, όχι μόνο εξαιτίας της οικονομικής κρίσης, αλλά και από την αναπόφευκτη «διόρθωση» που βρίσκεται υπό εξέλιξη, εξαιτίας του έντονου κατακερματισμού που τη χαρακτηρίζει τα τελευταία χρόνια.
Επιλογή τεχνολογίας
Στην όλη υπόθεση ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει και το θέμα της επιλογής της τεχνολογίας που θα χρησιμοποιηθεί για το ψηφιακό ραδιόφωνο στην Ελλάδα.
Παρά το ότι το DAB έχει επικρατήσει σε αγορές που έχουν ήδη επιχειρήσει ψηφιακή ραδιοφωνική μετάβαση (όπως η Βρετανία), η βιομηχανία, σε ευρωπαϊκή και παγκόσμια κλίμακα, δεν έχει ακόμα καταλήξει μεταξύ των διαφορετικών τεχνολογιών που διατίθενται (DRM, HDR, DRO κ.ά.). Το γεγονός αυτό κάνει το εγχείρημα να μοιάζει ιδιαίτερα δύσκολο, ειδικά αν λάβει κανείς υπόψη του και την κακή κατάσταση της ραδιοφωνικής αγοράς στη χώρα μας.
Η κατάσταση στη ραδιοφωνική αγορά
Ενδεικτική της κατάστασης που επικρατεί στα ερτζιανά στην περιοχή των Αθηνών - στη μεγαλύτερη ραδιοφωνική αγορά της χώρας - είναι η μείωση που καταγράφηκε στη διαφημιστική δαπάνη του ραδιοφώνου το 2010 (Media Services), η οποία ξεπέρασε το 25%.
Την ίδια ώρα, το μερίδιο του μέσου από τη συνολική διαφημιστική πίτα συρρικνώθηκε κατά 20% σε σχέση με το 2009, φτάνοντας στο 6,5%.
Σε επίπεδο πραγματικών διαφημιστικών εσόδων, η μείωση στην πρωτεύουσα είναι σημαντικά υψηλότερη, ενώ αξίζει να αναφερθεί ότι αν αυτή η εικόνα στην Αθήνα χαρακτηρίζεται ως τραγική από τους ανθρώπους στο χώρο, δεν υπάρχουν λόγια για να περιγραφεί η κατάσταση στα ερτζιανά της περιφέρειας.
Τα έσοδα των τοπικών αγορών πολύ δύσκολα θα μπορέσουν να εξυπηρετήσουν τόσο τις αναγκαίες επενδύσεις για την ψηφιακή εκπομπή, όσο και το απαραίτητο τίμημα για την ψηφιακή μετάδοση.
Από: Ναυτεμπορική, Στέλιος Ιωάννου